Παυση

 

 

Παύση

6:00 πμ

 

Το ξυπνητήρι χτυπάει με τον συνηθισμένο ενοχλητικό ήχο. Σκέφτεσαι για μια ακόμη φορά να τον αλλάξεις σε ένα τραγούδι που ίσως βοηθήσει να ξεκινήσεις λίγο πιο ευχάριστα την μέρα σου. Το κλείνεις.  Κρατιέσαι για λίγο ακόμη στο πιο όμορφο σημείο του ονείρου σου. Χαμογελάς.

Παύση.

Σε εκείνα τα δύο, τρία δευτερόλεπτο ηρεμίας. Εκείνα τα δευτερόλεπτα που σκέφτεσαι ότι το μόνο σου πρόβλημα είναι πως πρέπει μια ακόμη μέρα να πας σχολείο και να διαβάσεις (συγκρίνοντας τα πλέον, ίσως αυτό να είναι και το πιο ευχάριστο κομμάτι της μέρας σου). Λίγο πριν συνειδητοποιήσεις  πως το μαξιλάρι σου είναι ακόμη βρεγμένο από χτες βράδυ. Πως το κινητό σου, αντί να είναι στο κομοδίνο ,όπως πάντα, είναι δίπλα σου, στο μαξιλάρι με τα ακουστικά συνδεδεμένα, και την στάθμη της μπαταρίας στο 7% επειδή έπαιζε όλο το βράδυ αυτό το τραγούδι που όποτε το ακούς τον σκέφτεσαι.

Όμως αυτά τα δευτερόλεπτα δεν κράτησαν πολύ, όπως και καμία άλλη καλή κατάσταση, όπως συνειδητοποίησες για μια ακόμη φορά χτες το απόγευμα. Και η επαναφορά στην πραγματικότητα είναι επώδυνη.

Φοβάσαι να ανοίξεις το κινητό γιατί ξέρεις πως δεν θα βρεις κανένα μήνυμά του. Σηκώνεσαι. Κοιτάς λίγο γύρω σου. Το κολιέ σου είναι πεταμένο στην άκρη του δωματίου (σ’ έπνιγε, δεν το άντεχες). Δίπλα ακριβώς από το μικρό διακοσμητικό  που είχατε πάρει μαζί, και το κρατούσες στο γραφείο σου. Το βλέμμα σου πέφτει στην μολυβοθήκη, και παίζεις για λίγο το στυλό σου στα δάκτυλά σου.

Σκέφτεσαι πως αν αρχίσεις να γράφεις θα αργήσεις. Αρπάζεις το τετράδιο που κρύβεις πίσω από κάτι βιβλία και κάθεσαι στο πάτωμα.

Παύση.

Στην στιγμή ακριβώς πριν το στυλό ακουμπήσει την σελίδα και αρχίσει να γράφει μόνο του. Πριν τα δάκρυα σου μουσκέψουν για μια ακόμη φορά τις σελίδες αυτού του ταλαιπωρημένου τετραδίου, μουτζουρώνοντας τα γράμματα γιατί το μελάνι δεν έχει προλάβει να στεγνώσει ακόμη. Λίγο πριν αρχίσεις να αναρωτιέσαι αν αυτό είναι το καλύτερο ή το χειρότερο κείμενο που έγραψες ποτέ. Το πιο ψεύτικο ή το πιο ειλικρινές.

Παύση σε αυτή την λήθη που πάντα αναζητούσες και τώρα χρειάζεσαι περισσότερο από ποτέ. Παύση στην στιγμή απόλυτου κενού, πριν αρχίσουν πάλι οι σκέψεις να τσιρίζουν μέσα στο κεφάλι σου, κάνοντάς σε να αναρωτιέσαι αν αυτό πονάει από τις σκέψεις ή επειδή κοιμήθηκες κλαίγοντας. Πριν αρχίσεις να σκέφτεσαι πως, όχι, δεν τελείωσε έτσι άδοξα και γεμίσεις τον εαυτό σου με αυταπάτες. Πως δεν γίνεται να μην σε ξανά αγκαλιάσει ποτέ έτσι, να μην σε ξανακοιτάξει ποτέ έτσι, να μην ξανά ξαπλώσετε ποτέ μαζί. Πριν θυμηθείς πόσο ξένη αισθάνθηκες την φωνή του όταν πρόφερε το όνομά σου για πρώτη, και ίσως τελευταία φορά.

Παύση.

Αφήνεις το στυλό. Τελείωσε.

 Γράφει η Αγγελική Τζολοπούλου! 

Το παρόν κείμενο πρώτα δημοσιεύθηκε στο "Πυθαγόρειο Θεώρημα" : διαβάστε εδώ

Σχόλια